ホーム
おまかせ表示
ログイン
設定
寄付
Wiktionaryについて
免責事項
検索
φωτόνιο
言語
ウォッチリストに追加
編集
ギリシア語
編集
語源
編集
IPA
(
?
)
:
[fot'onio]
分綴: φω‧τό‧νι‧ο
名詞
編集
φωτόνιο
中性
(fotónio) (
複数
:
φωτόνια
(
fotónia
)
)
(
物理学
)
光子
φωτόνιο
の格変化
単数(
ενικός
)
複数(
πληθυντικός
)
主格
(
ονομαστική
)
φωτόνιο
φωτόνια
属格
(
γενική
)
φωτονίου
φωτονίων
対格
(
αιτιατική
)
φωτόνιο
φωτόνια
呼格
(
κλητική
)
φωτόνιο
φωτόνια