ホーム
おまかせ表示
ログイン
設定
寄付
Wiktionaryについて
免責事項
検索
αναγραμματισμός
言語
ウォッチリストに追加
編集
目次
1
ギリシア語
1.1
名詞
1.1.1
格変化
1.1.2
類義語
ギリシア語
編集
フリー百科事典ギリシア語版
ウィキペディア
に 「
Αναγραμματισμός
」の記事があります。
名詞
編集
αναγραμματισμός
男性
(anagrammatismós) (
複数
:
αναγραμματισμοί
(
anagrammatismoí
)
)
アナグラム
化
(
か
)
。
(
言語学
)
アナグラム。
格変化
編集
αναγραμματισμός
の格変化
単数(
ενικός
)
複数(
πληθυντικός
)
主格
(
ονομαστική
)
αναγραμματισμός
αναγραμματισμοί
属格
(
γενική
)
αναγραμματισμού
αναγραμματισμών
対格
(
αιτιατική
)
αναγραμματισμό
αναγραμματισμούς
呼格
(
κλητική
)
αναγραμματισμέ
αναγραμματισμοί
類義語
編集
(語義2):
ανάγραμμα
(
anágramma
)